Παρασκευή 1 Οκτωβρίου 2021

Τώρα πια, στέκεται πιο δυνατή από κάθε εμπόδιο...

Γράφει η Κική Γιοβανοπούλου

Κάποτε χαμογελούσε αληθινά. Κάποτε τα μάτια της ήταν φωτεινά. Κάποτε ήταν ευτυχισμένη. Κάποτε… κι αυτό το κάποτε της φαινόταν τόσο μακρινό, σαν να το είχε ζήσει δέκα ζωές πριν. Βαρύς σταυρός απιθώθηκε στην πλάτη της και κλήθηκε μόνη της ν’ ανέβει τον Γολγοθά της.

Κι έβλεπε μέσα απ’ τα δάκρυά της, τόσους Ιούδες γύρω της να την κοιτούν με δήθεν κατανόηση, με δήθεν ευαισθησία, με δήθεν συμπαράσταση. Ιούδες που κάποτε είχαν κλάψει στα δικά της χέρια κι εκείνη τους έσφιγγε σφιχτά στην αγκαλιά της, Ιούδες που δέχονταν όλα της τα όμορφα και τώρα την ξεπουλούσαν με φτηνά λόγια. Μόνη ήταν, το ήξερε καλά πια. Κι εκεί στην συνειδητοποίηση της μοναξιάς, πείσμωσε κι υποσχέθηκε στον εαυτό της πως θα τα καταφέρει. Κι ας ήταν μόνη.

“Θα μου περάσει…” ψιθύριζε τα βράδια στον εαυτό της, χαϊδεύοντας απαλά την ψυχή της που μάτωνε ασταμάτητα. “Θα μου περάσει…” επαναλάμβανε ξανά και ξανά πάνω στο υγρό από δάκρυα μαξιλάρι της, κάθε βράδυ που ο ύπνος αρνούνταν να την βυθίσει μέσα του για να την ηρεμήσει απ’ τους πόνους της καρδιάς της. “Θα μου περάσει…” υποσχόταν άηχα στο μυαλό της, κάθε φορά που την βασάνιζε με σκέψεις, αναμνήσεις και χαμένες στιγμές.

Κάθε πρωί φορούσε τη μάσκα της, αυτή της ήρεμης, της συνειδητοποιημένης, της δυνατής και μοίραζε χαμόγελα στους γύρω της. Κάθε πρωί φορούσε τη μάσκα της και δεν έχανε στιγμή απ’ την πολυάσχολη καθημερινότητά της, πείθοντας τους πάντες πως όλα ήταν καλά, πως όλα ήταν φυσιολογικά, πως της είχε πια περάσει.

Κάθε βράδυ, πετούσε στο πάτωμα τα ρούχα, τα παπούτσια και την χαμογελαστή της μάσκα και βυθιζόταν σε μια δυστυχία που την έπνιγε. Κάθε βράδυ άφηνε ελεύθερο τον εαυτό της να κλάψει, να θυμηθεί, να πονέσει, να βρίσει, να απογοητευτεί. Κάθε βράδυ άφηνε τον εαυτό της να θρηνήσει για όσα έκαιγαν την ψυχή της. Κάθε βράδυ, μακριά από όλους κι όλα, άφηνε την αλήθεια της ελεύθερη να περιφέρεται στα άδεια δωμάτια του σπιτιού κι η ηχώ της σιωπής ξεκούφαινε την καρδιά της. “Θα μου περάσει…” υποσχόταν στον εαυτό της.

Ακόμη και μετά απ’ το πιο βαθύ σκοτάδι, βγαίνει ο ήλιος. Ακόμη και μετά απ’ την πιο ισχυρή καταιγίδα, βγαίνει το ουράνιο τόξο. Ακόμη και μετά απ’ τον πιο αβάσταχτο πόνο, έρχεται η λύτρωση. Πάλεψε, πόνεσε, υπέφερε, μα της πέρασε τελικά. Της πέρασε και με πιο σταθερά βήματα συνέχισε να περπατάει τη ζωή της.

Της πέρασε και πιο δυνατή στάθηκε μπροστά σε κάθε εμπόδιο και το ανάγκασε να υποχωρήσει για να περάσει εκείνη. Της πέρασε κι αυτοί που την πόνεσαν, έγιναν μικροί, σχεδόν αόρατοι στα μάτια της. Της πέρασε κι όλοι εκείνοι που κρύφτηκαν πίσω από αμέτρητα “Είσαι δυνατή, αντέχεις!” πήραν την θέση που τους άξιζε. Μακριά της…


Πηγή
http://loveletters.gr