Δευτέρα 3 Φεβρουαρίου 2020

Τις δύσκολες μέρες, γίνομαι το 9χρονο κορίτσι και πάλι γιαγιά...

Γράφει η Αθηνά Απότση

Φόραγε σκουρόχρωμο μαντήλι στο γλυκό της κεφάλι και ζούσε σε ένα χωριό, σε ένα σπίτι με λίγες ανέσεις αλλά πολλές ζεστές γωνιές. Σε κάθε τραπεζάκι και ραφάκι του κουκλόσπιτου, κρέμονταν ένα ολόλευκο, φωτεινό, πεντακάθαρο και με λεπτομέρεια φτιαγμένο, διακοσμητικό τραπεζομάντηλο που για ώρες, μήνες έφτιαχνε με τέχνη και αφοσίωση.

Ζούσε μόνη της τα τελευταία χρόνια καθώς η μοίρα δεν ήταν πολύ γενναιόδωρη μαζί της. Της στέρησε αγαπημένα της πρόσωπα πολύ νωρίς και πολύ άγαρμπα. Διέκρινες πενεύκολα την πικρία στα μάτια της αλλά ποτέ δεν έχανε το χαμόγελό της. Ένα χαμόγελο που ήταν αρκετό να σου φτιάξει την μέρα.

Ζούσε μόνη της και πάντα μας περίμενε με χαρά και αγκαλιές κάθε φορά που πηγαίναμε στο σπίτι της. Το σπίτι της ήτανε ανοιχτό, αλλά η καρδιά της περισσότερο.

Θυμάμαι με πολλή αγάπη τα φαγητά της. 
Ό,τι μαγείρευε έσταζε μέλι –ακόμα δεν έχω δοκιμάσει φαγητά σαν τα δικά της. Τα έφτιαχνε μαλλον με αγάπη γιατί όταν σε μια κουζίνα τα υλικά ανακατεύονται με αγάπη, τα αποτελέσματα είναι μαγικά... «Όταν μαγειρεύεις για κάποιον που αγαπάς αποκλείεται να μην βγει λουκούμι» Έτσι έλεγε…

Πάντα με περίμενε το αγαπημένο μου όταν πήγαινα στο σπίτι της και δεν θα ξεχάσω ποτέ το βλέμμα της όταν καθότανε απέναντί μου και με χάζευε να τρώω. Μια μικρή ιεροτελεστία. Μπουκιά, παύση, νερό, και πάλι από την αρχή. Με παρατηρούσε με τόση ευλάβεια και χαρά. Με πόσο ασήμαντα πράγματα μπορείς να κάνεις κάποιον ευτυχισμένο…

Δεν θα ξεχάσω ποτέ την αγκαλιά της. 
Δεν θα ξεχάσω τα βράδια που με σφιχταγγάλιαζε και το πάπλωμα ήταν για μένα μια φωλιά που ανάβλυζε αγάπη, ασφάλεια και ανεμελιά. Έζησα τα πιο ανέμελα καλοκαίρια μου κοντά της .Το ξέρω πια με σιγουριά.

Μια γυναίκα καθόλου μορφωμένη αλλά με απίστευτη παιδεία. 
Μια γυναίκα που δεν είχε δει πολλά μέρη αλλά είχε σεργιανίσει η καρδιά της και το μυαλό της τόσο πολύ που ένιωθες πως μπορείς να συζητήσεις μαζί της τα πάντα. Είχε χιούμορ και ήταν πολύ έξυπνη. Πολύ νοικοκυρά και πολύ φιλόξενη. Το βασικό της ελάττωμα, ήταν η τεράστια επιρροή που είχε πάνω της η γνώμη του κόσμου.Δεν είχε την ευκαιρία να βγει «έξω από αυτό το κουτάκι».

«Τα πράγματα έχουν αλλάξει πολύ πια γιαγιά. Το φαντάζεσαι; Έχω δικά μου παιδιά πια. Τώρα, καταλαβαίνω πως ένιωθες για τα παιδιά σου.

Προσπαθώ να μην προσβάλλω την ζωή στο πέρασμά μου. Σαν εσένα. Κάνω ότι λέγαμε. Βάζω μεράκι. Με ότι καταπιάνομαι, βάζω μεράκι και το κάνω απ’ την καρδιά μου.


Δεν είναι κάθε μέρα όλα εύκολα και χαρούμενα αλλά βάζω τα δυνατά μου, σηκώνω μανίκια και κάπως μαγικά τακτοποιούνται τα περισσότερα.

Υπόσχεση:

Κάθε φορά που θα ασχημαίνει εδώ το τοπίο, θα γίνομαι 9, θα καταπιάνομαι στο παιχνίδι στην αυλή, θα παίρνω το ποδήλατο και θα πηγαίνω βόλτα μακρινή και θα σφυρίζω αδιάφορα.

Έτσι όπως μου λέγες να κάνω.Ξέχασες;»


Πηγή
http://www.loveletters.gr