Από τη Στέλλα Α.
Εκείνη η κοπέλα…
Μια φορά και έναν καιρό σε μια άλλη εποχή, τότε που όλα ήταν αλλιώς, μια εποχή γεμάτη ζωντάνια και χαρά. Ανέμελα χρόνια, ντυμένα με ομορφιά μέσα στα οποία ταξιδιώτης ήταν ένας άλλος άνθρωπος!
Μια κοπέλα δυναμική, γεμάτη αυτοπεποίθηση, που δεν την τρόμαζε τίποτα και κανείς δεν μπορούσε να της σταθεί εμπόδιο. Κανένας δρόμος δεν ήταν κλειστός, τα εμπόδια ανύπαρκτα, αόρατα στα μάτια και το μυαλό της.
Προσπέρναγε τα πάντα με τον δυναμικό χαρακτήρα της και ανυπομονούσε για το αύριο, οπλισμένη για τον έξω κόσμο κοιτάζοντάς τον κατάματα. Ατίθαση, κομψή και με έναν απίστευτο αέρα άφηνε το χθες, με περίσσια χάρη και στολισμένη με περηφάνια πέρναγε στο μέλλον.
Και τώρα; Που πήγε όλο αυτό και τι απέγινε αυτή η κοπέλα; Μόνη και χωρίς συμμάχους πια, περιφέρεται με μοναδική συντροφιά τον φόβο. Βλέπεις, έχει γίνει ο καλύτερος φίλος της, νυχθημερόν κάθε μέρα μαζί, εκεί αυτοκόλλητοι αναπνοή να μη την αφήνει να πάρει. Την οδηγεί, την πάει εκεί που θέλει αυτός, κρίνει τα πάντα για αυτήν και την ορίζει.
Με τα δικά του θέλω προχωράει, τις δικές του επιλογές ακολουθεί. Κλεισμένη στο σκοτάδι, μακριά από τα κύματα της ζωής και συντροφιά με αυτόν τον κύριο να εξουσιάζει την ζωή της έχασε τον δρόμο της! Από αέρας έγινε σκόνη. Από βουή, σιωπή. Από όνειρο, εφιάλτης. Το μόνο που της έμεινε είναι η ανάμνηση εκείνης, να έρχεται κρυφά για λίγο να την συντροφεύει και να ζεσταίνει τις φοβισμένες νύχτες της.
Μια φορά και έναν καιρό ήταν μια κοπέλα…
Μια φορά και έναν καιρό σε μια άλλη εποχή, τότε που όλα ήταν αλλιώς, μια εποχή γεμάτη ζωντάνια και χαρά. Ανέμελα χρόνια, ντυμένα με ομορφιά μέσα στα οποία ταξιδιώτης ήταν ένας άλλος άνθρωπος!
Μια κοπέλα δυναμική, γεμάτη αυτοπεποίθηση, που δεν την τρόμαζε τίποτα και κανείς δεν μπορούσε να της σταθεί εμπόδιο. Κανένας δρόμος δεν ήταν κλειστός, τα εμπόδια ανύπαρκτα, αόρατα στα μάτια και το μυαλό της.
Προσπέρναγε τα πάντα με τον δυναμικό χαρακτήρα της και ανυπομονούσε για το αύριο, οπλισμένη για τον έξω κόσμο κοιτάζοντάς τον κατάματα. Ατίθαση, κομψή και με έναν απίστευτο αέρα άφηνε το χθες, με περίσσια χάρη και στολισμένη με περηφάνια πέρναγε στο μέλλον.
Και τώρα; Που πήγε όλο αυτό και τι απέγινε αυτή η κοπέλα; Μόνη και χωρίς συμμάχους πια, περιφέρεται με μοναδική συντροφιά τον φόβο. Βλέπεις, έχει γίνει ο καλύτερος φίλος της, νυχθημερόν κάθε μέρα μαζί, εκεί αυτοκόλλητοι αναπνοή να μη την αφήνει να πάρει. Την οδηγεί, την πάει εκεί που θέλει αυτός, κρίνει τα πάντα για αυτήν και την ορίζει.
Με τα δικά του θέλω προχωράει, τις δικές του επιλογές ακολουθεί. Κλεισμένη στο σκοτάδι, μακριά από τα κύματα της ζωής και συντροφιά με αυτόν τον κύριο να εξουσιάζει την ζωή της έχασε τον δρόμο της! Από αέρας έγινε σκόνη. Από βουή, σιωπή. Από όνειρο, εφιάλτης. Το μόνο που της έμεινε είναι η ανάμνηση εκείνης, να έρχεται κρυφά για λίγο να την συντροφεύει και να ζεσταίνει τις φοβισμένες νύχτες της.
Μια φορά και έναν καιρό ήταν μια κοπέλα…