Γράφει η Λιάνα
Πιάσε το χέρι μου κι έλα να ταξιδέψουμε. Σ’αυτό το λίγο ή το πολύ που μας αναλογεί. Σβήσε μνήμες και φόβους. Δεν το βλέπεις πως η ζωή κυλάει πιο γρήγορα απ’ ότι πιστεύαμε;
Δες μέσα μου, διάβασε με, κοίτα τα σημάδια που έχουν καλύψει τη ψυχή μου. Δες καθαρά πόσο φοβάμαι και πόσο παλεύω να κρυφτώ απ’ όλους. Κι εσύ η μόνη ξεκούραστη παρουσία σ’ αυτό το χάος. Το οξυγόνο μου και το γέλιο μου.
Κράτα με σφιχτά. Άσε με να ξαποστάσω στην αγαπημένη μυρωδιά σου. Να σε χορτάσω κι επιτέλους να σου ανοίξω την καρδιά μου. Να σου χαρίσω κάθε ειλικρινή στιγμή μου, κάθε μου αλήθεια κι όλη μου την αφοσίωση.
Άσε πίσω σου ανασφάλειες, ερωτηματικά και συγκρίσεις. Αφέσου σ’ αυτό το παράδοξο και περίεργο συναίσθημα που πλανάται μόνιμα γύρω μας. Σ’ αυτόν τον σκληρό και συνάμα τρυφερό πόλεμο, που τόσο αυθόρμητα και παιδικά, έχουμε ξεκινήσει.
Είναι τόσο αλλιώτικα αυτά που έχουν γεμίσει το μυαλό μου πρώτα κι έπειτα την καρδιά μου, μαζί σου. Είναι σαν επιστροφή σε κάτι άγνωστο και συνάμα γνώριμο μια ζωή. Μοιάζει σαν επάνοδο στη ζωή, σαν ξένοιαστο Σαββατοκύριακο, σαν τη γεύση απ’ τον αγαπημένο μου καφέ, ένα πρωινό, αντικρίζοντας μόνο τον ουρανό.
Γι αυτό σου λέω, ρίσκαρε κι άσε με να χαθώ στα μάτια σου, ακριβώς την ώρα που χαμογελούν, μέχρι να γλυκάνει το μέσα μου. Γιατί μαζί σου μοιάζουν όλα πιο εύκολα. Γιατί μαζί σου θέλω να δώσω. Θέλω να κρυφτώ στην αγκαλιά σου και να ζεσταθεί το είναι μου.
Παράτα παρελθόν, παρόν κι έλα να δούμε το αύριο. Για πόσο και πώς δε με νοιάζει. Δεν πιστεύω στο για πάντα, ούτε και στις ανυπόστατες υποσχέσεις. Πιστεύω μόνο σ’ αυτά που βλέπω κι αυτό που μπορώ να δω ολοκάθαρα είναι πως μαζί γινόμαστε καλύτεροι άνθρωποι. Χρωστάμε, το ξέρεις, στους εαυτούς μας, αυτά που έχουμε στερηθεί τόσο καιρό.
Πιάσε το χέρι μου κι έλα να ταξιδέψουμε. Σ’αυτό το λίγο ή το πολύ που μας αναλογεί. Σβήσε μνήμες και φόβους. Δεν το βλέπεις πως η ζωή κυλάει πιο γρήγορα απ’ ότι πιστεύαμε;
Δες μέσα μου, διάβασε με, κοίτα τα σημάδια που έχουν καλύψει τη ψυχή μου. Δες καθαρά πόσο φοβάμαι και πόσο παλεύω να κρυφτώ απ’ όλους. Κι εσύ η μόνη ξεκούραστη παρουσία σ’ αυτό το χάος. Το οξυγόνο μου και το γέλιο μου.
Κράτα με σφιχτά. Άσε με να ξαποστάσω στην αγαπημένη μυρωδιά σου. Να σε χορτάσω κι επιτέλους να σου ανοίξω την καρδιά μου. Να σου χαρίσω κάθε ειλικρινή στιγμή μου, κάθε μου αλήθεια κι όλη μου την αφοσίωση.
Άσε πίσω σου ανασφάλειες, ερωτηματικά και συγκρίσεις. Αφέσου σ’ αυτό το παράδοξο και περίεργο συναίσθημα που πλανάται μόνιμα γύρω μας. Σ’ αυτόν τον σκληρό και συνάμα τρυφερό πόλεμο, που τόσο αυθόρμητα και παιδικά, έχουμε ξεκινήσει.
Είναι τόσο αλλιώτικα αυτά που έχουν γεμίσει το μυαλό μου πρώτα κι έπειτα την καρδιά μου, μαζί σου. Είναι σαν επιστροφή σε κάτι άγνωστο και συνάμα γνώριμο μια ζωή. Μοιάζει σαν επάνοδο στη ζωή, σαν ξένοιαστο Σαββατοκύριακο, σαν τη γεύση απ’ τον αγαπημένο μου καφέ, ένα πρωινό, αντικρίζοντας μόνο τον ουρανό.
Γι αυτό σου λέω, ρίσκαρε κι άσε με να χαθώ στα μάτια σου, ακριβώς την ώρα που χαμογελούν, μέχρι να γλυκάνει το μέσα μου. Γιατί μαζί σου μοιάζουν όλα πιο εύκολα. Γιατί μαζί σου θέλω να δώσω. Θέλω να κρυφτώ στην αγκαλιά σου και να ζεσταθεί το είναι μου.
Παράτα παρελθόν, παρόν κι έλα να δούμε το αύριο. Για πόσο και πώς δε με νοιάζει. Δεν πιστεύω στο για πάντα, ούτε και στις ανυπόστατες υποσχέσεις. Πιστεύω μόνο σ’ αυτά που βλέπω κι αυτό που μπορώ να δω ολοκάθαρα είναι πως μαζί γινόμαστε καλύτεροι άνθρωποι. Χρωστάμε, το ξέρεις, στους εαυτούς μας, αυτά που έχουμε στερηθεί τόσο καιρό.
Ας δώσουμε λοιπόν, μια και μοναδική ευκαιρία. Αλλιώς ποτέ δε θα μάθουμε πως θα ήταν να γινόντουσαν τα ΑΝ πραγματικότητα…
(Σ’ ευχαριστώ…)
Πηγή
http://www.loveletters.gr
(Σ’ ευχαριστώ…)
Πηγή
http://www.loveletters.gr