Γράφει η Ειρήνη Σταυρακάκη
Κάθε φορά που δεν ήμουν και στις καλύτερες μέρες μου, πάντα μου έλεγες να χαμογελάω. Θυμάσαι; Δεν πάει και πολύς καιρός από τότε. Όταν έσκυβα το κεφάλι, όταν απογοητευόμουν που τα πράγματα δεν πήγαιναν όπως τα ήθελα, ήσουν εκεί. Με τα λεπτεπίλεπτα χέρια σου, τη λουλούδινη καρδιά σου, ξεστόμιζες όμορφες σκέψεις που έσπαγαν κάπως τη ψυχρή μελαγχολία.
Τώρα σε φέρνω ξανά στο μυαλό. Κρύβομαι μέσα στα παπλώματα, κάθε φορά που θέλω να φωνάξω. Κι εκεί είναι που με κάνεις και πάλι καλά. Σαν να ακούω ξανά τη φωνή σου να χαϊδεύει τα αυτιά μου και να μου πλέκει τα μαλλιά.
Ξέρω πως οι καιροί είναι δύσκολοι. Θέλω πολύ να με αγκαλιάσεις και πάλι. Να μου φτιάξεις καφέ γλυκό με χαρμάνι στο μικρό φλιτζανάκι και να μου πεις τα κουτσομπολιά του χωριού. Θα περάσει όμως κι αυτό. Όλα περνάνε.
Έτσι δε λες; Προς το παρόν κρατιέμαι μακριά σου. Θέλω να σε έχω και αύριο, και μεθαύριο και πάντα. Δε θέλω να μου πάθεις κακό. Εξάλλου αν χρειαστείς κάτι έχουμε και τα τηλέφωνα δε θα χαθούμε, θα σου φωνάζω λίγο παραπάνω για να ακούς καλά, κι αυτό είναι όλο. Τίποτα παραπάνω.
Μόνο μη μου φοβάσαι. Δε χρειάζεται ο φόβος. Έτσι δε μου ‘λεγες πάντα; Να μη φοβάμαι και πως καθετί που μας συμβαίνει γίνεται για να μας κάνει καλύτερους στη ζωή μας, πιο δυνατούς. Τα όνειρά μας ποτέ δε φοβούνται.
Μπορεί να παγώνουν για λίγο, να κρύβονται στις στιγμές μας. Έχουν εμάς και θέλουν να βγουν στην επιφάνεια και πάλι. Μην το ξεχάσεις…
Μου λείπεις κι εμένα γιαγιά. Καλύτερα να μου είσαι καλά και μακριά. Όταν ξέρω πως είσαι κοντά μας, μπορώ να ελπίζω, να χαμογελώ για τις στιγμές που θα έρθουν και πάλι μαζί σου. Σίγουρα θα χεις πολλά να μου πεις.
Σίγουρα μετά απ’ τη μπόρα θα ‘ρθει η γαλήνη.
Κάθε φορά που δεν ήμουν και στις καλύτερες μέρες μου, πάντα μου έλεγες να χαμογελάω. Θυμάσαι; Δεν πάει και πολύς καιρός από τότε. Όταν έσκυβα το κεφάλι, όταν απογοητευόμουν που τα πράγματα δεν πήγαιναν όπως τα ήθελα, ήσουν εκεί. Με τα λεπτεπίλεπτα χέρια σου, τη λουλούδινη καρδιά σου, ξεστόμιζες όμορφες σκέψεις που έσπαγαν κάπως τη ψυχρή μελαγχολία.
Τώρα σε φέρνω ξανά στο μυαλό. Κρύβομαι μέσα στα παπλώματα, κάθε φορά που θέλω να φωνάξω. Κι εκεί είναι που με κάνεις και πάλι καλά. Σαν να ακούω ξανά τη φωνή σου να χαϊδεύει τα αυτιά μου και να μου πλέκει τα μαλλιά.
Ξέρω πως οι καιροί είναι δύσκολοι. Θέλω πολύ να με αγκαλιάσεις και πάλι. Να μου φτιάξεις καφέ γλυκό με χαρμάνι στο μικρό φλιτζανάκι και να μου πεις τα κουτσομπολιά του χωριού. Θα περάσει όμως κι αυτό. Όλα περνάνε.
Έτσι δε λες; Προς το παρόν κρατιέμαι μακριά σου. Θέλω να σε έχω και αύριο, και μεθαύριο και πάντα. Δε θέλω να μου πάθεις κακό. Εξάλλου αν χρειαστείς κάτι έχουμε και τα τηλέφωνα δε θα χαθούμε, θα σου φωνάζω λίγο παραπάνω για να ακούς καλά, κι αυτό είναι όλο. Τίποτα παραπάνω.
Μόνο μη μου φοβάσαι. Δε χρειάζεται ο φόβος. Έτσι δε μου ‘λεγες πάντα; Να μη φοβάμαι και πως καθετί που μας συμβαίνει γίνεται για να μας κάνει καλύτερους στη ζωή μας, πιο δυνατούς. Τα όνειρά μας ποτέ δε φοβούνται.
Μπορεί να παγώνουν για λίγο, να κρύβονται στις στιγμές μας. Έχουν εμάς και θέλουν να βγουν στην επιφάνεια και πάλι. Μην το ξεχάσεις…
Μου λείπεις κι εμένα γιαγιά. Καλύτερα να μου είσαι καλά και μακριά. Όταν ξέρω πως είσαι κοντά μας, μπορώ να ελπίζω, να χαμογελώ για τις στιγμές που θα έρθουν και πάλι μαζί σου. Σίγουρα θα χεις πολλά να μου πεις.
Σίγουρα μετά απ’ τη μπόρα θα ‘ρθει η γαλήνη.
Σε αγαπώ γιαγιά, να προσέχεις μακριά μου…
Πηγή
http://www.loveletters.gr
Πηγή
http://www.loveletters.gr