Γράφει η Ειρήνη Σταυρακάκη
Θέλω το χρόνο μου. Δεν έχω συνειδητοποιήσει τη νέα κατάσταση. Δε μπορώ. Αδυνατώ να καταλάβω. Γιατί αφού είμαι στο σπίτι μου το νιώθω κρύο και σκοτεινό; Γιατί κάθε φορά που κλείνω τα μάτια βλέπω τον ίδιο εφιάλτη;
Κάποιος με κυνηγάει. Και τρέχω, τρέχω, τρέχω μες στο σκοτάδι. Και προτού φτάσω στην άκρη βλέπω εκείνη τη φιγούρα. Μια κουκούλα καλύπτει το πρόσωπο. Κι εκεί ανοίγουν τα μάτια με μια ασθματική ανάσα. Μια ανάσα που τρέχει όπως και πριν.
Βάζω καφέ στην ίδια κούπα με χτες, ήταν πλυμένη, όπως και τα άλλα σκεύη, τακτοποιημένα και λαμπερά στη θέση τους πάνω στο ράφι. Ακόμη να ανοίξω καθαρά τα μάτια. Η ίδια εικόνα. Οι πρώτες ακτίνες του ήλιου χαμογελούν και γρατζουνούν το παράθυρο. Ανάβω το πρώτο τσιγάρο. Χωρίς να το καταλάβω το ένα σιγοκαίει στο τασάκι και το άλλο στο χέρι. Τι φταίει; Τι κάνω λάθος;
Σπίτι δεν είμαι; Όλα δεν τα χω; Ανοίγω τηλεόραση, ενημερωτικό δελτίο των 8.00. Δεν καταλαβαίνω τι λέει. Ψαρεύω τις ίδιες φράσεις του «Κ» με χτες, προχτές, παραπροχτές. «Καραντίνα» «Κρούσματα» «Κλινική»… Δεν καταλαβαίνω ξανά. Νομίζω πως έκανα λάθος. Αυτό το έχω ξαναδεί. Κοιτάζω μηχανικά την εικόνα. Το ίδιο και πάλι.
Η ίδια κυρία με διαφορετικά ρούχα, οι ίδιες σκηνές. Δεν άλλαξε κάτι. Πέρασε η ώρα 9.30 αναγράφει στον αποκωδικοποιητή! Κλείνω τηλεόραση και ξεκινάω δουλειά. Σημειώνω παρατηρήσεις, ραντεβού και διορθώσεις. Τα περισσότερα δεν άλλαξαν θέση.
Μονάχα τα πολύχρωμα βελάκια. «Συνάντηση στις 7.00 μ.μ. στο Δημοτικό Θέατρο». «Αναβολή». «Ραντεβού με καρδιολόγο στις 8.30 μ.μ.» «Αναβολή». «Ταινία στις 10.00, μην ξεχάσω πατατάκια, ποπ κορν και μπύρες». «Αναβολή».
«Αναβολή» από βδομάδα σε βδομάδα. Από μέρα σε μέρα. Έχασα το μέτρημα.
Έχασα την αίσθηση του χρόνου. Σκέφτομαι να ντυθώ, να βάλω κραγιόν και να ισιώσω τα μαλλιά μου. Γιατί να το κάνω; Ποιος θα με δει; Δε θυμάμαι καν από πότε έχω να με δω έτσι. Ήταν κινήσεις καθημερινές, μηχανικές. Τώρα τις έχω ξεχάσει.
Το μυαλό τρέχει όπως εκείνος ο εφιάλτης στο λόφο. Ελπίζω πίσω από εκείνη την κουκούλα να μην είναι κάποιος γνωστός μου. Να φταίει η τρέλα μου ή εκείνα τα «Κ». Δεν ξέρω, λένε θα περάσει. Όλα περνάνε. Και ξανά απ’ την αρχή. Η ίδια η κούπα, στο ίδιο παράθυρο, οι ίδιες ειδήσεις…
Πηγή
http://www.loveletters.gr
Θέλω το χρόνο μου. Δεν έχω συνειδητοποιήσει τη νέα κατάσταση. Δε μπορώ. Αδυνατώ να καταλάβω. Γιατί αφού είμαι στο σπίτι μου το νιώθω κρύο και σκοτεινό; Γιατί κάθε φορά που κλείνω τα μάτια βλέπω τον ίδιο εφιάλτη;
Κάποιος με κυνηγάει. Και τρέχω, τρέχω, τρέχω μες στο σκοτάδι. Και προτού φτάσω στην άκρη βλέπω εκείνη τη φιγούρα. Μια κουκούλα καλύπτει το πρόσωπο. Κι εκεί ανοίγουν τα μάτια με μια ασθματική ανάσα. Μια ανάσα που τρέχει όπως και πριν.
Βάζω καφέ στην ίδια κούπα με χτες, ήταν πλυμένη, όπως και τα άλλα σκεύη, τακτοποιημένα και λαμπερά στη θέση τους πάνω στο ράφι. Ακόμη να ανοίξω καθαρά τα μάτια. Η ίδια εικόνα. Οι πρώτες ακτίνες του ήλιου χαμογελούν και γρατζουνούν το παράθυρο. Ανάβω το πρώτο τσιγάρο. Χωρίς να το καταλάβω το ένα σιγοκαίει στο τασάκι και το άλλο στο χέρι. Τι φταίει; Τι κάνω λάθος;
Σπίτι δεν είμαι; Όλα δεν τα χω; Ανοίγω τηλεόραση, ενημερωτικό δελτίο των 8.00. Δεν καταλαβαίνω τι λέει. Ψαρεύω τις ίδιες φράσεις του «Κ» με χτες, προχτές, παραπροχτές. «Καραντίνα» «Κρούσματα» «Κλινική»… Δεν καταλαβαίνω ξανά. Νομίζω πως έκανα λάθος. Αυτό το έχω ξαναδεί. Κοιτάζω μηχανικά την εικόνα. Το ίδιο και πάλι.
Η ίδια κυρία με διαφορετικά ρούχα, οι ίδιες σκηνές. Δεν άλλαξε κάτι. Πέρασε η ώρα 9.30 αναγράφει στον αποκωδικοποιητή! Κλείνω τηλεόραση και ξεκινάω δουλειά. Σημειώνω παρατηρήσεις, ραντεβού και διορθώσεις. Τα περισσότερα δεν άλλαξαν θέση.
Μονάχα τα πολύχρωμα βελάκια. «Συνάντηση στις 7.00 μ.μ. στο Δημοτικό Θέατρο». «Αναβολή». «Ραντεβού με καρδιολόγο στις 8.30 μ.μ.» «Αναβολή». «Ταινία στις 10.00, μην ξεχάσω πατατάκια, ποπ κορν και μπύρες». «Αναβολή».
«Αναβολή» από βδομάδα σε βδομάδα. Από μέρα σε μέρα. Έχασα το μέτρημα.
Έχασα την αίσθηση του χρόνου. Σκέφτομαι να ντυθώ, να βάλω κραγιόν και να ισιώσω τα μαλλιά μου. Γιατί να το κάνω; Ποιος θα με δει; Δε θυμάμαι καν από πότε έχω να με δω έτσι. Ήταν κινήσεις καθημερινές, μηχανικές. Τώρα τις έχω ξεχάσει.
Το μυαλό τρέχει όπως εκείνος ο εφιάλτης στο λόφο. Ελπίζω πίσω από εκείνη την κουκούλα να μην είναι κάποιος γνωστός μου. Να φταίει η τρέλα μου ή εκείνα τα «Κ». Δεν ξέρω, λένε θα περάσει. Όλα περνάνε. Και ξανά απ’ την αρχή. Η ίδια η κούπα, στο ίδιο παράθυρο, οι ίδιες ειδήσεις…
Πηγή
http://www.loveletters.gr