Τετάρτη 3 Απριλίου 2019

Όλα θα πάνε καλά...

Γράφει η Άντζελα Καμπέρου

Κοπανάει με μανία το πληκτρολόγιό της. Δεν ξέρω τι γράφει, δεν μου λέει. Έχει ένα τσιγάρο στο ένα χέρι, το ίδιο εδώ και μιάμιση ώρα, που άλλοτε το ανάβει και άλλοτε ακουμπάει σβηστό ανάμεσα στα δάχτυλά της. Δεν ξέρω πόσες φορές έχει γεμίσει το ποτήρι που υπάρχει δίπλα της με κρασί αλλά κοιτάζω το μπουκάλι και τελειώνει, δύο δάχτυλα έχουν μείνει και έχει περάσει μισή ώρα από όταν το άνοιξε.
Προσπαθώ να διακρίνω τι γράφει στην οθόνη μα είναι τόσο θολή, λες και έχει βάλει φίλτρο. Λες και επίτηδες δεν με αφήνει να δω. Μα τι γράφει με τόση μανία; Προσπαθώ να την ταρακουνήσω, να την ξυπνήσω λιγάκι από τον οίστρο στον οποίο έχει μπει αλλά με αγνοεί επιδεικτικά και αρχίζω να φοβάμαι πως χάνω κάθε επιρροή πάνω της.
Τα δάχτυλα της συνεχίζουν να κοπανιούνται πάνω στο πληκτρολόγιο. Για μια στιγμή σταματάει, κοιτάζει γύρω της φευγαλέα σαν να ψάχνει κάποιον. Πιάνει τον αναπτήρα της και ανάβει αυτό το ταλαίπωρο πλέον τσιγάρο για πολλοστή φορά. Τραβάει μια γερή τζούρα και με το τσιγάρο ακόμα ανάμεσα στα δάχτυλα κατεβάζει και την τελευταία γουλιά από το κρασί της. Πιάνει το μπουκάλι δίχως να κοιτάει και βάζει ότι έχει απομείνει. Στιγμιαία δυσανασχετεί αλλά δεν δίνει σημασία, προέχει αυτό που γράφει στον υπολογιστή.
Μα τι είναι; Θα σκάσω.
Η οθόνη όσο πάει θολώνει και περισσότερο, λες και τα μάτια μου δεν μπορούν να εστιάσουν. Λες και κάτι τα μπλοκάρει. Εκείνη είναι. Είναι σίγουρο ότι εκείνη μπλοκάρει τα μάτια μου. Δεν θέλει να δω, δεν θέλει να ξέρω. Μα γνωρίζει πολύ καλά πως αυτό δεν γίνεται, δεν είναι εφικτό. Ξέρει πολύ καλά πως με τον έναν τρόπο ή τον άλλο εγώ θα μάθω τι γράφει μανιωδώς σε τούτη την οθόνη. Γιατί θέλει δεν θέλει, εμείς οι δύο είμαστε ένα. Εμείς οι δύο είναι γραφτό μας να βαδίζουμε παρέα σε αυτή τη ζωή.

Σκουπίζει τα μάτια της.
Για κάποιο λόγο σκουπίζω και εγώ τα δικά μου ταυτόχρονα.
Και ξαφνικά μπορώ να δω εκείνη την ρημάδα την οθόνη του υπολογιστή.
Μπορώ να δω επιτέλους τι έγραφε με τόση μανία.
Μία μονάχα φράση. Μία φράση άλλοτε με κεφαλαία, άλλοτε με μικρά, άλλοτε υπογραμμισμένη και άλλοτε με έντονα γράμματα. Μία και μόνο φράση.
” Όλα θα πάνε καλά, τίποτα δεν τελείωσε”.
Γυρνάει και για πρώτη φορά με κοιτάει.
Γυρνάει και κοιτάει σε εκείνον τον παλιό καθρέφτη που έχει απέναντι από το γραφείο της, δώρο της γιαγιάς της. Της κλείνω το μάτι. Όντως, όλα θα πάνε καλά, τίποτα δεν τελείωσε.
Μου χαμογελάει και κλείνει επιτέλους τον υπολογιστή. Πάει για ύπνο. Ώρα να σας καληνυχτίσω και εγώ!


Πηγή
http://www.loveletters.gr