Τρίτη 14 Μαΐου 2019

Εννιά και σαράντα πέντε

Από τη Μαρία Βούλγαρη

Κοιτάζεις το ρολόι. Δείχνει εννιά και σαράντα πέντε. Σηκώνεις το βλέμμα. Γρήγορα. Γιατί όλα συμβαίνουν γρήγορα. Ο χρόνος κυλάει ασταμάτητα κι εσύ παίρνεις βαθιές ανάσες. Οι εικόνες πολλές. Οι σκέψεις ακόμα περισσότερες.
Μερικές φορές σκοντάφτεις σε όλα εκείνα που θες να αποφύγεις. Κι αφού πέσεις επάνω τους, με το ίδιο επίμονο βλέμμα που σε κοιτάζουν, τα εκτοπίζεις από το οπτικό σου πεδίο. Και φεύγεις. Απλά κοιτάζεις μπροστά και απομακρύνεσαι.

Αν δεν κυνηγήσεις τα όνειρά σου, θα τρέχεις πίσω από τα όνειρα κάποιου άλλου. Η εσωτερική σου φωνή σε προκαλεί συνέχεια. Και δεν έχει άδικο. Σωστά μιλάει. Πόσο βαρύ είναι το «θέλω» ; Και πόσο ελαφρύ το «μπορώ»; Κι αν ζυγίσεις την επιθυμία σε μια ζυγαριά, προς τα πού νομίζεις ότι θα γείρει; Προς το βαρύ ή το ελαφρύ;

Ξεκινάει η μέρα με επανάληψη. Συνεχίζεται με επανάληψη προς το στόχο. Σ’ αυτόν που έχεις βάλει να πετύχεις. Όχι για να αποδείξεις κάτι σε κάποιον, ούτε για να ξεπεράσεις τον εαυτό σου. Απλά για να σε αναγνωρίζουν οι ροές, οι κινήσεις του χρόνου. Για να εφησυχάζεται ο νους ότι όλα οδεύουν κάπου. 

Κι αν δεν καταλήξουν εν τέλει εκεί που κοιτάς ή εκεί που έχεις βάλει σκοπό να πας, δεν πειράζει. Θα σε βρει κάπου αλλού η επανάληψη οπότε θα είναι σαν να το έχεις ήδη κάνει.
Κι άραγε ποια είναι η ουσία σε όλα αυτά;

Μήπως αυτό το άυλο, το άπιαστο αέρινο κύμα της αυθυπαρξίας; Αυτό το μυστήριο που δε λύνεται; Αυτό το μικρόβιο που δε σε αφήνει ποτέ σε ησυχία; Αυτό που γεννάει συνέχεια ερωτηματικά και σκέψεις; Τι άραγε;

Άλλωστε η ουσία είναι γένους θηλυκού. Έχει τον τρόπο της να σε κρατάει σε μια υπερδιέγερση στοχαστική, ενίοτε εγκεφαλική, ποικιλοτρόπως συναισθηματική, μέσα από τη λογική ή χωρίς αυτή, μέσα από την αναζήτηση οποιασδήποτε μορφής.

Το ρολόι στον απέναντι τοίχο, έχει κολλήσει στις εννιά και σαράντα πέντε.

Εδώ και πόσες μέρες ούτε που θυμάμαι.


Κι εγώ ακόμα προσπαθώ να ερμηνεύσω τη φθορά της αμφισβήτησης.