Κυριακή 17 Νοεμβρίου 2019

Είμαστε τυχεροί εμείς που νιώθουμε ακόμα παιδιά...

Γράφει ο Σπύρος Γιασεμίδης

Κάποτε ήμασταν παιδιά. Τι κι αν μεγαλώσαμε, όμως; Αυτός που νιώθει μέσα του παιδί, έχει τη δύναμη να βάλει φραγμό στην προοδευτική φύση του χρόνου και να σταματήσει την άμμο του τελευταίου από το να τρέχει μανιωδώς.
Ξέρεις πως γυρίζει οριζόντια η κλεψύδρα της ζωής; Με το να σκεφτόμαστε με το μυαλό και να νιώθουμε με την καρδιά ενός παιδιού.

Γιατί;
Πολύ απλά, επειδή οι σκέψεις των παιδιών είναι γεμάτες όνειρα και η καρδιά τους γεμάτη πιθανότητες.

Οι μεγάλοι ξεχνούν πως να ονειρεύονται, ή απλά σταματούν να το κάνουν αφού υποκύπτουν στα πλασματικά άγχη της ενήλικης ζωής. Τα παιδιά όμως δεν βγάζουν ποτέ τον αέρα από τα όνειρά τους, κι αυτό γιατί νιώθουν πως, ό,τι ονειρευτούν, είναι πραγματοποιήσιμο.

Ένα παιδί που ονειρεύεται να γίνει αστροναύτης, φτιάχνει σκάφανδρο από αλουμινόχαρτο, φοράει γυάλα για κράνος και βάζει πλώρη για το φεγγάρι. Ξέρει πως κάποτε θα φτάσει εκεί.

Ένα παιδί του οποίου το όνειρο του είναι να γίνει πυροσβέστης, μεταμορφώνει το λάστιχο του κήπου σε μάνικα πυρόσβεσης υψηλής πίεσης και τα βάζει με αόρατες φωτιές. Ξέρει πως, αν χρειαστεί να το κάνει, θα παλέψει με πύρινες λαίλαπες και θα τις κατατροπώσει.

Ένας μεγάλος ονειρεύεται, μα έχει μυωπική καρδιά, έτσι δεν μπορεί να δει το όνειρο του να πραγματοποιείται. Προσπαθεί να πάει πίσω στο χρόνο, να θυμηθεί με ποιο τρόπο ονειρευόταν όταν ήταν παιδί, σε μια προσπάθειά του να δει πέρα από το απραγματοποίητο, στον μαγικό κόσμο των παιδικών ονείρων, όπου ό,τι ονειρευτείς γίνεσαι.

Μάταια, όμως.

Η καθημερινότητα του δεν του το επιτρέπει, οι έγνοιες της τον μπλοκάρουν. Στα 40 του νιώθει πως η μισή ζωή του έχει ήδη φύγει, και η άλλη μισή δε σηκώνει ρίσκα.

Λάθος.

Τα ρίσκα στη ζωή είναι το ηλεκτροσόκ της ψυχής. Πολύς κόσμος θα σου πει πως η ψυχή τους έχει ρίξει παλμούς, εξασθένησε, ασθενεί, μα εκείνοι είναι οι φταίχτες, γιατί δεν της έχουν δώσει ρεύμα, το είδος που την τινάζει στον αέρα.


Στη ζωή μου γνώρισα πολύ κόσμο. Κάποιους με μεγάλα όνειρα, άλλους με μικρά, και ορισμένους χωρίς ούτε ένα. Αυτούς τους τελευταίους τους ρωτούσα, με αυθεντικό ενδιαφέρον, πως γίνεται να μην έχουν όνειρα, ούτε καν ένα εφεδρικό, για να πάρω πάντα την ίδια απάντηση – πως η καθημερινότητα και οι καταστάσεις τους δεν τους επιτρέπουν την ονειροπόληση. Τότε έπαυα να ρωτάω. Προχωρούσα παρακάτω.

Πήγαινα σε εκείνους που θρέφουν όνειρα στη ψυχή τους, που δεν επέτρεψαν στη ρουτίνα να τους τα σκοτώσει. Συζητούσα μαζί τους, έπαιρνα από τη θετική τους ενέργεια, τους έδινα κι εγώ από τη δική μου. Λέγαμε για αστροναύτες, για πυροσβέστες, για αστυνομικούς. Για όλα εκείνα τα παιδικά μας όνειρα που βρήκαν το δρόμο τους στην ενήλικη ζωή μας.

Τους πιάναμε τον παλμό και τα βρίσκαμε ακόμη ζωντανά, να έχουν επιβιώσει στον χρόνο. Τότε γελάγαμε, όντας γνώστες του πόσο τυχεροί είμαστε, που η ζωή μας επιτρέπει το πλάσιμο ονείρων και το κυνήγι αυτών.

Είμαστε τυχεροί γιατί νιώθουμε ακόμη παιδιά. Και τα παιδιά δεν παύουν ποτέ να ονειρεύονται. Είτε είναι 15 είτε 35 είτε 85. Κατοικούν μονίμως στην Οδό Ονείρων και παίζουν ακόμη με μπάλα και βόλους. Πέρασε μια φορά από τη γειτονιά τους και θα καταλάβεις τι εννοώ!
Πηγή
http://www.loveletters.gr