Γράφει η Μπέττυ Κούτσιου
Στην άκρη της λίμνης κάθονταν τρεις κοπέλες και ένα αγόρι.
Η νοσταλγία, η δυστυχία, η αγάπη και ο εγωισμός.
Μαλώνανε για το ποιος είναι ο πιο δυνατός από όλους.
Εγώ, είπε η νοσταλγία κάθομαι και κλαίω όλη μέρα εδώ στο όχθες της λίμνης και χτενίζω τα μαλλιά μου με τα δάχτυλα μου που έχουνε γίνει σαν τα ξερά κλαδιά ενός δέντρου. Στεναχωριέμαι για αυτά που πέρασα και για όσα αγάπησα και έφυγαν.Έτσι τα δάκρυα μου πέφτουνε κλαίγοντας μέσα στη λίμνη όλη μέρα και το νερό φουσκώνει ολοένα και πιο πολύ.
Φουσκώνει τόσο που ίσως μια μέρα σας καταπιεί ολόκληρους,γιατί δεν θα είστε προετοιμασμένοι και δεν θα μπορέσετε να ξεφύγετε από μένα όσο γρήγορα και να τρέξετε.
Εγώ ,είπε η δυστυχία μπορώ να κάνω τα πουλιά να κλαίνε όλη μέρα.Να μαυρίσω τα όμορφα σας μάτια με έναν συννεφιασμένο ουρανό,να σας κάνω να χάσετε την πίστη σας ,να μην γελάσετε πάλι ποτέ από τα στενόχωρα λόγια που όλη μέρα θα σας σιγοψιθυρίζω.
Μπορώ να σας κάνω να βουλιάξετε σιγά σιγά μόνοι σας σε μια θάλασσα από θλίψη και να βυθιστείτε μέχρι να μην σας μείνει ανάσα.
Να πνιγείτε και να λυτρωθείτε.
Χαχα..Αυτά δεν είναι τίποτα ..
Είπε ο εγωισμός.
Εγώ χωρίζω ανθρώπους που αγαπιούνται,τους διώχνω μακριά τον έναν από τον άλλον ,τους καταδικάζω σε μια ατελείωτη σιωπή.Τους ξαφνιάζω εκεί που είναι ευτυχισμένοι και ερωτευμένοι και τους απομονώνω.Τους φυλακίζω σε μια ατέρμονη θλίψη και τους χωρίζω σε δύο καρδιές.Έτσι από εκεί που ήτανε ένα σώμα ποτέ δεν θα ξανασμίξουν.Κάποιο βράδυ σίγουρα ο ένας από τους δυο θα πέσει στη λίμνη ψάχνοντας να βρει τον άλλον.Έτσι τους εξαφανίζω στο τέλος.
Εγώ είμαι η πιο δυνατή από όλους ..
Είπε η Αγάπη..
Εσύ; Γελάσανε όλοι ..
Ναι εγώ! Γιατί εγώ κάνω αυτό που δεν αντέχετε εσείς.
Κάθομαι πάνω από την νοσταλγία τους,την δυστυχία τους,και τον εγωισμό τους και τους ζεσταίνω κάθε βράδυ με τα φτερά μου.
Τους κρατάω ζωντανούς με το κορμί μου.
Πονάω βράδια ολόκληρα πάνω από το πληγωμένο τους πείσμα και δεν εγκαταλείπω.
Κλαίω κάθε αυγή που τους βρίσκει χώρια και όμως δεν φεύγω από τις κρύες καρδιές τους,τους δίνω το αίμα μου να ζήσουνε.
Φοβάμαι και τρέμω την μέρα που ίσως δεν ξαναπεί ο ένας το όνομα του άλλου αλλά τους δίνω την λαλιά μου να φωνάξουνε και να ακουστούνε πέρα από βουνά και λαγκάδια.
Τους ζεσταίνω με την ανάσα μου την σάρκα να την κρατήσω ζεστή σαν να έχει ο ένας τον άλλον αγκαλιά ακόμα.
Εγώ μένω..
Αγωνίζομαι..
Δεν εγκαταλείπω.
Δεν αυτοκτονώ μαζί τους.
Με λένε Αγάπη αυτό είναι το όνομα μου.
Αν θα με φωνάξετε θα έρθω όσο μακριά και να είστε Εσείς.
Γιατί εγώ δεν είμαι ποτέ μακριά.
Είμαι πάντα εδώ μέσα σας. Σε μια γωνία κρυμμένη από όλους εσάς τους “δυνατούς”.
Πηγή
http://www.loveletters.gr
Στην άκρη της λίμνης κάθονταν τρεις κοπέλες και ένα αγόρι.
Η νοσταλγία, η δυστυχία, η αγάπη και ο εγωισμός.
Μαλώνανε για το ποιος είναι ο πιο δυνατός από όλους.
Εγώ, είπε η νοσταλγία κάθομαι και κλαίω όλη μέρα εδώ στο όχθες της λίμνης και χτενίζω τα μαλλιά μου με τα δάχτυλα μου που έχουνε γίνει σαν τα ξερά κλαδιά ενός δέντρου. Στεναχωριέμαι για αυτά που πέρασα και για όσα αγάπησα και έφυγαν.Έτσι τα δάκρυα μου πέφτουνε κλαίγοντας μέσα στη λίμνη όλη μέρα και το νερό φουσκώνει ολοένα και πιο πολύ.
Φουσκώνει τόσο που ίσως μια μέρα σας καταπιεί ολόκληρους,γιατί δεν θα είστε προετοιμασμένοι και δεν θα μπορέσετε να ξεφύγετε από μένα όσο γρήγορα και να τρέξετε.
Εγώ ,είπε η δυστυχία μπορώ να κάνω τα πουλιά να κλαίνε όλη μέρα.Να μαυρίσω τα όμορφα σας μάτια με έναν συννεφιασμένο ουρανό,να σας κάνω να χάσετε την πίστη σας ,να μην γελάσετε πάλι ποτέ από τα στενόχωρα λόγια που όλη μέρα θα σας σιγοψιθυρίζω.
Μπορώ να σας κάνω να βουλιάξετε σιγά σιγά μόνοι σας σε μια θάλασσα από θλίψη και να βυθιστείτε μέχρι να μην σας μείνει ανάσα.
Να πνιγείτε και να λυτρωθείτε.
Χαχα..Αυτά δεν είναι τίποτα ..
Είπε ο εγωισμός.
Εγώ χωρίζω ανθρώπους που αγαπιούνται,τους διώχνω μακριά τον έναν από τον άλλον ,τους καταδικάζω σε μια ατελείωτη σιωπή.Τους ξαφνιάζω εκεί που είναι ευτυχισμένοι και ερωτευμένοι και τους απομονώνω.Τους φυλακίζω σε μια ατέρμονη θλίψη και τους χωρίζω σε δύο καρδιές.Έτσι από εκεί που ήτανε ένα σώμα ποτέ δεν θα ξανασμίξουν.Κάποιο βράδυ σίγουρα ο ένας από τους δυο θα πέσει στη λίμνη ψάχνοντας να βρει τον άλλον.Έτσι τους εξαφανίζω στο τέλος.
Εγώ είμαι η πιο δυνατή από όλους ..
Είπε η Αγάπη..
Εσύ; Γελάσανε όλοι ..
Ναι εγώ! Γιατί εγώ κάνω αυτό που δεν αντέχετε εσείς.
Κάθομαι πάνω από την νοσταλγία τους,την δυστυχία τους,και τον εγωισμό τους και τους ζεσταίνω κάθε βράδυ με τα φτερά μου.
Τους κρατάω ζωντανούς με το κορμί μου.
Πονάω βράδια ολόκληρα πάνω από το πληγωμένο τους πείσμα και δεν εγκαταλείπω.
Κλαίω κάθε αυγή που τους βρίσκει χώρια και όμως δεν φεύγω από τις κρύες καρδιές τους,τους δίνω το αίμα μου να ζήσουνε.
Φοβάμαι και τρέμω την μέρα που ίσως δεν ξαναπεί ο ένας το όνομα του άλλου αλλά τους δίνω την λαλιά μου να φωνάξουνε και να ακουστούνε πέρα από βουνά και λαγκάδια.
Τους ζεσταίνω με την ανάσα μου την σάρκα να την κρατήσω ζεστή σαν να έχει ο ένας τον άλλον αγκαλιά ακόμα.
Εγώ μένω..
Αγωνίζομαι..
Δεν εγκαταλείπω.
Δεν αυτοκτονώ μαζί τους.
Με λένε Αγάπη αυτό είναι το όνομα μου.
Αν θα με φωνάξετε θα έρθω όσο μακριά και να είστε Εσείς.
Γιατί εγώ δεν είμαι ποτέ μακριά.
Είμαι πάντα εδώ μέσα σας. Σε μια γωνία κρυμμένη από όλους εσάς τους “δυνατούς”.
Πηγή
http://www.loveletters.gr