Γράφει η Γεωργία Ανδριώτου
Ζούμε στην εποχή της συνειδητής αποστασιοποίησης από τα συναισθήματα και της συνειδητής υπερεκτίμησης της εφήμερης απόλαυσης.
Ανάμεσα στους ανθρώπους, έχουν βρει πολύ βολικά τη θέση τους απρόσωπες προσωπικές στιγμές και μια ψυχρή δοσοληψία του τύπου «πόσα δίνεις που να μη με πιέζουν», «πόσα δίνω που να μη με εκθέτουν», «πόσα αντέχεις για να μην κολλήσεις»…
Οι προσωπικές σχέσεις κοστολογούνται ή πολύ ακριβά και πιέζουν ή πολύ φτηνά κι εγκαταλείπουν…
Τα δεδομένα της εποχής είναι τέτοια που κάνουν δύσκολο να καταλάβεις πού να μείνεις, πόσο να επιμείνεις, ποιον να εμπιστευτείς. Πώς θα αναγνωρίσεις ποιος είναι ο άνθρωπός σου; Πώς είσαι σίγουρος ότι αξίζει να του αφεθείς; Πώς είσαι σίγουρος ότι μπορείς να τον εμπιστευτείς;
Αν υπάρχει τελικά ένας παράγοντας που αντισταθμίζει όλα αυτές τις αμφιβολίες, τους φόβους και τις ανασφάλειες, είναι η επιμονή που δείχνει ένας άνθρωπος να παραμείνει στη ζωή σου. Το παλεύει, βρε αδελφέ και επιμένει να σε διεκδικεί για όλα αυτά τα όμορφα που αναγνώρισε σε σένα. Γιατί τα στραβά που τον ζόρισαν, έχασαν στα σημεία και δεν ήταν αρκετά για να τον κάνουν να το βάλει στα πόδια.
Μπορεί να είμαστε προσεκτικοί με την ποσότητα του σκότους που εξωτερικεύουμε, αλλά υπάρχει κι αρκετό φως που μένει εγκλωβισμένο μέσα στην άβυσσο της ανθρώπινης ψυχής.
Ο άνθρωπός σου είναι αυτός που βγάζει στο φως την καλύτερη εκδοχή του εαυτού σου.
Δε θέλει να σε αλλάξει. Γιατί να αλλάξει αυτό που τον γοήτευσε; Σε κάνει όμως, καλύτερο άνθρωπο, σε βελτιώνει. Μαλακώνει τη σκληράδα που μπορεί να έχει αγριέψει τα σωθικά σου, φιμώνει τον εγωισμό σου, γλυκαίνει τον τρόπο που βλέπεις τα στραβά της μέρας σου.
Χαλαρώνεις όταν είσαι μαζί του και σου αρέσει αυτό που γίνεσαι. Νιώθεις πως όσα είχαν στριμωχτεί στο σκοτεινό σου κομμάτι, περιμένοντας την ώρα τους να εκτιναχτούν από τη γωνιά τους, μεμιάς χάνονται. Νιώθεις πως δεν υπάρχει παρελθόν, δεν υπάρχει μέλλον. Υπάρχει μοναχά αυτή η υπέροχη στιγμή της συναισθηματικής πληρότητας που ρέει μέσα στο φως.
Ο άνθρωπός σου είναι αυτός που θα μείνει μέχρι το τέλος.
Κι αν έρθει κάποτε η ώρα του να φύγει, θα σε κοιτάξει στα μάτια για να σου πει «ευχαριστώ»... για τις στιγμές αγάπης που το δικό του φως αντάμωσε με το δικό σου, για τις στιγμές που αφέθηκε να ανακαλύψεις την καλύτερη εκδοχή του δικού του εαυτού!
Ζούμε στην εποχή της συνειδητής αποστασιοποίησης από τα συναισθήματα και της συνειδητής υπερεκτίμησης της εφήμερης απόλαυσης.
Ανάμεσα στους ανθρώπους, έχουν βρει πολύ βολικά τη θέση τους απρόσωπες προσωπικές στιγμές και μια ψυχρή δοσοληψία του τύπου «πόσα δίνεις που να μη με πιέζουν», «πόσα δίνω που να μη με εκθέτουν», «πόσα αντέχεις για να μην κολλήσεις»…
Οι προσωπικές σχέσεις κοστολογούνται ή πολύ ακριβά και πιέζουν ή πολύ φτηνά κι εγκαταλείπουν…
Τα δεδομένα της εποχής είναι τέτοια που κάνουν δύσκολο να καταλάβεις πού να μείνεις, πόσο να επιμείνεις, ποιον να εμπιστευτείς. Πώς θα αναγνωρίσεις ποιος είναι ο άνθρωπός σου; Πώς είσαι σίγουρος ότι αξίζει να του αφεθείς; Πώς είσαι σίγουρος ότι μπορείς να τον εμπιστευτείς;
Αν υπάρχει τελικά ένας παράγοντας που αντισταθμίζει όλα αυτές τις αμφιβολίες, τους φόβους και τις ανασφάλειες, είναι η επιμονή που δείχνει ένας άνθρωπος να παραμείνει στη ζωή σου. Το παλεύει, βρε αδελφέ και επιμένει να σε διεκδικεί για όλα αυτά τα όμορφα που αναγνώρισε σε σένα. Γιατί τα στραβά που τον ζόρισαν, έχασαν στα σημεία και δεν ήταν αρκετά για να τον κάνουν να το βάλει στα πόδια.
Μπορεί να είμαστε προσεκτικοί με την ποσότητα του σκότους που εξωτερικεύουμε, αλλά υπάρχει κι αρκετό φως που μένει εγκλωβισμένο μέσα στην άβυσσο της ανθρώπινης ψυχής.
Ο άνθρωπός σου είναι αυτός που βγάζει στο φως την καλύτερη εκδοχή του εαυτού σου.
Δε θέλει να σε αλλάξει. Γιατί να αλλάξει αυτό που τον γοήτευσε; Σε κάνει όμως, καλύτερο άνθρωπο, σε βελτιώνει. Μαλακώνει τη σκληράδα που μπορεί να έχει αγριέψει τα σωθικά σου, φιμώνει τον εγωισμό σου, γλυκαίνει τον τρόπο που βλέπεις τα στραβά της μέρας σου.
Χαλαρώνεις όταν είσαι μαζί του και σου αρέσει αυτό που γίνεσαι. Νιώθεις πως όσα είχαν στριμωχτεί στο σκοτεινό σου κομμάτι, περιμένοντας την ώρα τους να εκτιναχτούν από τη γωνιά τους, μεμιάς χάνονται. Νιώθεις πως δεν υπάρχει παρελθόν, δεν υπάρχει μέλλον. Υπάρχει μοναχά αυτή η υπέροχη στιγμή της συναισθηματικής πληρότητας που ρέει μέσα στο φως.
Ο άνθρωπός σου είναι αυτός που θα μείνει μέχρι το τέλος.
Κι αν έρθει κάποτε η ώρα του να φύγει, θα σε κοιτάξει στα μάτια για να σου πει «ευχαριστώ»... για τις στιγμές αγάπης που το δικό του φως αντάμωσε με το δικό σου, για τις στιγμές που αφέθηκε να ανακαλύψεις την καλύτερη εκδοχή του δικού του εαυτού!